Ο
κοκκινολαίμης και ο Λευτέρης
el.wikipedia.
Μια φορά και
έναν καιρό ήταν ένα παιδάκι που τον έλεγαν Λευτέρη. Ο Λευτέρης ζούσε σ’ ένα
σπίτι με έναν όμορφο κήπο έξω απ’ την
πόλη. Κάθε μέρα μετά το σχολείο και αφού έκανε πρώτα τα μαθήματά του, ο
Λευτέρης συνήθιζε να βγαίνει έξω στον κήπο και να παίζει.
Ένα χειμωνιάτικο αλλά ηλιόλουστο απόγευμα ο
Λευτέρης βγήκε στον κήπο για να παίξει μπάλα. Εκεί που έπαιζε παρατήρησε κάτω
από την λεμονιά ένα μικρούτσικο, πολύχρωμο πουλάκι που έμοιαζε νεκρό. Όταν
πλησίασε πιο κοντά πρόσεξε ότι το πουλάκι κουνούσε το ποδαράκι του. Το αγόρι το
έβαλε στην χούφτα του και μπήκε στο σπίτι του όπου ακούμπησε το μικρό
πλασματάκι κοντά στο αναμμένο τζάκι για να ζεσταθεί. Εκεί παρατήρησε ότι ο "τοσοδούλης" είχε μια κόκκινη βουλίτσα κάτω από το λαιμό του.
Ήταν ένας κοκκινολαίμης! Ο Λευτέρης στάθηκε να κοιτάζει το μικροσκοπικό
πλασματάκι που όσο περνούσε η ώρα άρχιζε να ανακτά τις αισθήσεις του και να
ζωηρεύει. Το παιδί σκέφτηκε ότι ίσως ο "μικρούλης" ήταν πεινασμένος,
έτσι πήγε στην κουζίνα και έκοψε μια μικρή φέτα ψωμί. Το αγόρι έτριψε λίγα
ψιχουλάκια κοντά στο εξαντλημένο πουλάκι. Μετά από λίγα λεπτά ο κοκκινολαίμης
ανασηκώθηκε στα δύο λεπτά ποδαράκια του και άρχισε να τρώει λαίμαργα τα ψίχουλα.
Αφού δεν έμεινε ούτε ψίχουλο, το μικροσκοπικό πτηνό με ματάκια σαν δύο μικρές
κουκκίδες, κοίταξε το αγόρι σαν να ήθελε να τον ευχαριστήσει. Ο Λευτέρης
ακούμπησε το πουλάκι στην παλάμη του και το χάιδεψε στοργικά. Ο νεαρός θεώρησε
ότι θα ήταν καλό ο κοκκινολαίμης να περάσει τη νύχτα κοντά στο αναμμένο τζάκι
οπότε το τοποθέτησε πάνω σ’ ένα μαλακό μαξιλαράκι. Ύστερα ξάπλωσε κι αυτός,
εκεί κοντά στον καναπέ, μέχρι που τον πήρε ο ύπνος.
Το πρωί ο
Λευτέρης ξύπνησε απ’ το μελωδικό κελάηδημα του κοκκινολαίμη. Αφού του έδωσε λίγα
ψιχουλάκια ακόμα να φάει και λίγο νεράκι να πιεί, πήρε το πλασματάκι στη χούφτα
του και βγήκε στον κήπο. Ο "μικρούλης " τώρα ήταν έτοιμος να πετάξει. Το αγόρι άπλωσε την χούφτα του
και άφησε το χαριτωμένο πουλάκι να φύγει. Ο κοκκινολαίμης αφού έκανε τρεις
κύκλους γύρω απ’ τον Λευτέρη πέταξε μακριά.
Από τότε
κάθε πρωί το αγόρι ξυπνάει απ’ το υπέροχο και μοναδικό κελάηδημα του
κοκκινολαίμη καθώς ο "τοσοδούλης" έρχεται και κάθεται πάνω στην
λεμονιά για λίγη ώρα. Με αυτό τον τρόπο το πουλάκι θέλει να εκφράσει την
ευγνωμοσύνη του προς τον Λευτέρη που τον φρόντισε εκείνη την κρύα μέρα του
χειμώνα. Από τότε το παιδί και ο κοκκινολαίμης είναι δύο αχώριστοι και
παντοτινοί φίλοι !
Πέτρος Μουγιακάκος
Δ΄
τάξη
Απρίλιος
2020